Φάση Πρώτη, από τα δέκα με δώδεκα περίπου, ως τα δεκαεφτά με δεκαοχτώ. Αρχίζει στα σοβαρά ο αγώνας για την αναζήτηση της ταυτότητάς μας:

 

Αναρωτιόμαστε, «Ποιος είμαι;» κι είμαστε απορροφημένοι στον εαυτό μας. Είναι η πιο ασταθής περίοδος της ζωής μας. Το τρίγωνο είναι κλασικό: εμείς, οι γονείς μας και οι φίλοι μας.

Συναισθηματικά, προσπαθούμε να απομακρυνθούμε από τους γονείς μας, ενώ, ταυτόχρονα, πλησιάζουμε τους φίλους μας επιζητώντας αναγνώριση. Από τη μια, απορρίπτουμε τον κόσμο των μεγάλων κι από την άλλη υιοθετούμε τη γλώσσα, το ντύσιμο, το στυλ των φίλων μας σε τέτοιο βαθμό, που ένας παρατηρητής θα νόμιζε πως βγήκαμε όλοι από το ίδιο καλούπι. Ζούμε για το παρόν, για τη στιγμή και οραματιζόμαστε ένα εξαιρετικά επιτυχημένο μέλλον με τη μικρότερη δυνατή προσπάθεια: «Θα γίνω πλούσιος! Θα γίνω διάσημος!»

Φάση Δεύτερη, από τα δεκαοχτώ με δεκαεννιά ως τα είκοσι και κάτι.

Το μέλλον αρχίζει να μας απασχολεί. Ανησυχούμε. Δεν μπορούμε πια να κλείσουμε έξω τον κόσμο των μεγάλων. Αναρωτιόμαστε: «Τι θα κάνω; Κάτι πρέπει να κάνω. Αλλά τι; Ποιος είμαι;» Δοκιμάζουμε τον εαυτό μας, συχνά εγκαταλείποντας το σπίτι. Τα επαγγελματικά μας σχέδια αλλάζουν, οι προσδοκίες μας μερικές φορές περιορίζονται και οι επιλογές μας εστιάζονται πλέον περισσότερο στην αυτοσυντήρησή μας. Αποκτούμε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, καθώς αντιμετωπίζουμε μόνοι μας τις προκλήσεις με επιτυχία. Μια και έχουν ολοκληρωθεί οι δραματικές αλλαγές της εφηβείας, αισθανόμαστε πιο άνετα με το σώμα μας από ό,τι πριν.

Φάση Τρίτη, από τα εικοσιπέντε περίπου, ως τα εικοσιεννιά.

Έχουμε διαμορφώσει ήδη μια καθαρότερη εικόνα για το πώς θα είναι η ζωή μας. Δοκιμάζουμε τις αντοχές και τα όριά μας – αλλά, απορροφημένοι ακόμη στον εαυτό μας, δεν έχουμε τόση αυτοπεποίθηση όση δείχνουμε. Φαινόμαστε ενήλικοι. Μπορεί να έχουμε παντρευτεί, να έχουμε κάνει παιδιά, να δείχνουμε αρκετά επιτυχημένοι – αλλά κάποιες ανεπαίσθητες και ουσιώδεις προσαρμογές στον κόσμο των ενηλίκων συνεχίζονται. Καθώς αγωνιζόμαστε βαδίζοντας αναπόφευκτα προς την ενηλικίωση, η ανασφάλειά μας φουντώνει και δοκιμάζουμε τις σχέσεις μας στο σπίτι και στη δουλειά. Και πάλι ρωτάμε, «Ποιος είμαι;»

Ποτέ η απόρριψη δεν είναι τόσο τρομακτική, όσο κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Είναι σίγουρο πως, αν μου έλεγαν τότε ότι μια μέρα – σήμερα – θα έγραφα με απόλυτη βεβαιότητα πως η αδυναμία μου θα με έκανε δυνατότερο, θα έμενα κατάπληκτος, αν όχι εμβρόντητος.

Τώρα όμως γνωρίζω ότι η αποδοχή από τον άλλον προσφέρει πράγματι ικανοποίηση, μόνο όταν έχω διακινδυνέψει να με απορρίψουν γι’ αυτό που πραγματικά είμαι. Κάθε φορά που μας αποδέχονται οι άλλοι, αφού τους αποκαλύψουμε τα πραγματικά μας αισθήματα, προστίθεται γερά μια πέτρα ακόμη στο οικοδόμημα της προσωπικότητάς μας. Μόνο διακινδυνεύοντας, εκθέτοντας τον εαυτό μας σε δύσκολες καταστάσεις, γινόμαστε δυνατότεροι, σκληρότεροι και ικανότεροι να χειριστούμε την απόρριψη. Συχνά, αυτό που φοβόμαστε περισσότερο όταν είμαστε έφηβοι, είναι, για ειρωνεία της τύχης, η ίδια η διαδικασία με την οποία μαθαίνουμε να χειριζόμαστε την απόρριψη:

Αποκαλύπτοντας τον εαυτό μας, κερδίζουμε την πραγματική αυτοπεποίθηση, που μπορεί να προέλθει μόνο από το να γίνουμε αποδεκτοί όπως πραγματικά είμαστε.

Αλλά ποιοι είμαστε;

Είναι αλήθεια ότι χρειαζόμαστε τη βοήθεια των άλλων, για να εξερευνήσουμε την ταυτότητά μας – αλλά, στο τέλος, ο καθένας μας πρέπει να απαντήσει μόνος του, «Ποιος είμαι;»

Κατά κανόνα, οι έφηβοι αναζητούν τον εαυτό τους στα υπάρχοντά τους και με μεγαλύτερη ένταση, στην επιδοκιμασία των φίλων τους. Τι είμαι, τι έχω, τι φαίνομαι να είμαι: Για ποιο από αυτά τα τρία είμαστε πρόθυμοι να διακινδυνεύσουμε – ποιο έχει τη μεγαλύτερη σημασία για μας – είναι ένα σίγουρο μέτρο της ωριμότητάς μας και ένδειξη της αυτοπεποίθησής μας.

http://sxeseis-kai-sunaisthimata.com

Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Μαθήματα αυτοπεποίθησης» του Walter Anderson –  εκδ. διόπτρα