Τι είναι ο έρωτας. Υπάρχει μεγαλύτερο αίνιγμα στους αιώνες των αιώνων; Βγάζει ποτέ πουθενά ικανοποιητικά μια τέτοια κουβέντα; Υπάρχει απάντηση ή ακριβώς, το άλυτο και το αναπάντητο είναι που του χαρίζουν την κοσμογονική ισχύ του; Τη σαρωτική σαγήνη;
Ωστόσο, εμείς, πληγωμένοι και φοβισμένοι από το ανεξέλεγκτο των παντοτινών και εσαεί άγνωστων ερώτων, πάντα θα επανερχόμαστε: Τι είναι αυτό που κάνει ένα πλάσμα, με το που θα αντικρίσει ένα άλλο, χωρίς να το γνωρίζει, χωρίς ακόμη να το ζήσει, χωρίς να έχει ακούσει τίποτα γι’ αυτό, χωρίς κανένα στοιχείο βιογραφίας, και μόνο που διακρίνει κάποια στοιχεία πάνω του, ακόμη και ένα μόνο στοιχείο – το γέλιο του, για παράδειγμα, ή έναν ιδιαίτερο τρόπο που προφέρει το ταυ – να του παραδίδει την καρδιά του, να γίνεται πρόθυμο να πεθάνει προκειμένου να το κερδίσει. Η επιθυμία να του δοθεί είναι μεγαλύτερη από εκείνη του να το πάρει.
Ούτε η εξυπνάδα, ούτε η λογική, ούτε η επιστήμη, που κάποτε επικαλείται ως λύση του αινίγματος ένα είδος βιοχημείας, μπορούν να δώσουν πειστική λύση. Ρητά ή άρρητα παραδέχονται: Ναι, πρόκειται για μυστήριο!
Όμως, γιατί άραγε και μόνο για λίγα του χαρακτηριστικά, για κάποιες του εκφράσεις, ήχους, κίνηση, χειρονομία, ένα άγνωστο, εντελώς ξένο μέχρι χθες πρόσωπο να μπορεί να αιχμαλωτίσει την ύπαρξή σου, να σου αλλάξει πορεία; Να γίνει η μεγαλύτερη ευτυχία σου ή η πιο μαύρη δυστυχία σου; Δυστυχία και ευτυχία αξεχώριστες…
Στη δική μου βιογραφία, ανακαλούσα κάποιες σχέσεις μου, που μπορεί μεν να τέλειωσαν, να μην είχαν το «καλό τέλος», αλλά που η σημασία τους στην ψυχική μου ζωή, στην πορεία μου, ήταν και συνεχίζει να είναι μέγιστη. Ποτέ, ποτέ δε θα σκεφτώ: Καλύτερα να μην είχαν συμβεί ή Ας πρόσεχα! Η ζωή μου, ο χαρακτήρας μου θα ήταν άδεια και φτωχά και πολύ πιο ανόητα, αν από δειλία τις είχα αποφύγει, προκειμένου να γλιτώσω από την πικρή λήξη τους. Άλλωστε τι τελειώνει από τα σημαντικά; Μόνο τα σημαντικά δεν τελειώνουν.
Το «τέλος» ή το «συνεχίζεται» δεν έχουν να κάνουν με γεγονότα όσο με μνήμη, με διαρκή εσωτερική βίωση και αναβίωση. Με την επίδρασή τους στο μέλλον σου.
Στην ουσία οι άνθρωποι που συναντήθηκαν αληθινά ποτέ δε χάνονται. Ακόμη κι αν δεν επικοινωνούν με ραντεβού, τηλεφωνήματα, γράμματα, λόγια και αγγίγματα. Η ασημένια κλωστή, που τους έδεσε κάποτε με αυθεντικά αισθήματα, μπορεί να μακραίνει, να τυλίγει όλη την υδρόγειο, να προχωρά και να πηγαίνει πέρα, στον ουρανό, στην άλλη, τη μετά το θάνατο ζωή, αλλά ποτέ δε θα λυθεί εκείνος ο μοιραίος κόμπος. Πάντα μας συνδέει, μας περιτυλίγει, πότε πότε τραβάει και μας ξυπνά από το λήθαργο της λησμονιάς, της ανίας, μας αποκαλύπτει την αληθινή μας έκταση, μας υπενθυμίζει τις προοπτικές μας.
Ποτέ δε θέλω να υποτιμήσω, ένα πλάσμα που με έκανε κάποτε να το αγαπήσω. Κι ας με απογοήτευσε μετά, ας το απογοήτευσα μετά. Ακόμη κι αν στις ώρες του μεγάλου πόνου και της μεγάλης προσβολής το κατηγόρησα και μέσα μου και σε άλλους, πάλι τελικά δεν το υποτιμώ. Για να καταφέρει τότε, στην αρχή, να με κερδίσει, να με βάλει να ελπίζω στο φοβερό αιώνιο, θα πει πως διαθέτει δυνάμεις, που αξίζουν να σέβομαι και να ευγνωμονώ.
Ο άνθρωπος δεν είναι μονάχα ένα πράγμα, είμαστε σύνθετοι, πολυπρόσωποι και πολυδαίδαλοι. Το γεγονός ότι κάποιος σου φανέρωσε αργότερα ακόμη και αποτρόπαιες πτυχές του, αποτρόπαιες δικές σου ίσως πτυχές, δε σημαίνει πως δε διαθέτει και τα αγγελικά στοιχεία που κάποτε σ’ αυτόν ανακάλυψες και ερωτεύτηκες.
Έχει αξία να τιμούμε τόσο τις ιστορίες μας όσο και τις προϊστορίες μας. Η ζωή, για να έχει ποιότητα, για να έχει προοπτική, θέλει μεγαλοψυχία, αρχοντιά, θέλει θαρραλέα σοφία.
http://sxeseis-kai-sunaisthimata.com
πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Μια μεγάλη καρδιά γεμίζει με ελάχιστα» της Μάρως Βαμβουνάκη – εκδ. Ψυχογιός