Υπάρχει τόση ένταση στον γνήσιο έρωτα, τόση απόλυτη ελπίδα, τόση απελπισία, που ακόμη και οι δολοφονίες από πάθος αντιμετωπίζονται επιεικέστερα από τα κρατικά δικαστήρια.

Από τα δικαστήρια του Θεού κανένας δεν ξέρει ποιος θεωρείται φταίχτης και ποιος θύμα του. Στον έρωτα υπάρχει φόβος μεγάλος και «όπου υπάρχει φόβος η αγάπη φεύγει». Ο άλλος καταντάει τρομακτικός, γιατί ξυπνάς μια μέρα και διαπιστώνεις πως κρατάει τη ζωή σου στα χέρια του, περίπου ξυπνά το ένστικτό σου της επιβίωσης, και ποιος μπορεί να ζητήσει κριτική διαύγεια από εκείνον που θαλασσοπνίγεται; Ο άλλος καταντάει απειλητικός, είναι επικίνδυνα αθώος στην παντοδυναμία του πάνω σου. Όσο αυξάνεται ο πόθος τόσο αυξάνεται και η εξάρτηση, ο πανικός της εγκατάλειψης.

Σε τέτοια εγκλήματα, ο φόνος έρχεται όταν ο άλλος προσπαθεί να φύγει. Εκείνος που εγκαταλείπεται, τυφλός τώρα από σύνδρομο στέρησης, αγωνίζεται να συγκρατήσει τον προδότη με κάθε τρόπο. Κι ο έσχατος τρόπος κατοχής του άλλου, ο πιο απεγνωσμένος αλλά και πιο σίγουρος, είναι να του κόψει το χρόνο, να του αφαιρέσει κάθε δυνατότητα επιλογής. Να τον εξασφαλίσει αιώνια δικό του.

Σπανιότατα ένα ερωτικό έγκλημα γίνεται από εκδίκηση. Αυτός που εκδικούμαστε έχουμε ανάγκη να παραμένει ζωντανός, να παραμένει συνειδητός, ικανός να παρατηρεί, να υποφέρει και να μετανιώνει.

Όποιον ερωτευτήκαμε, τον ερωτευτήκαμε κατά κάποιον τρόπο παντοτινά. Γιατί, όπως λέει ο Σεφέρης, ο έρωτας αποσβολώνει το χρόνο. Μπορεί σήμερα να μην τον ανεχόμαστε, να μην μπορούμε να μας πιάσει το χέρι, να μη θέλουμε ούτε να πλησιάσει. Όμως, όπως και να έχει καταντήσει σήμερα ένας τέως αγαπημένος, πάντοτε θα φέρει μέσα του εκείνον που υπήρξε κάποτε η ζωή μας κι ο θάνατός μας, πάντοτε θα φέρει τις ώρες και το περιβάλλον που μας συντάραξε και που μας μεταμόρφωσε ισόβια.

Γιατί ο καθένας μας, και όσο διαρκεί η ζωή του, είναι ένα ενιαίο σύνολο, περιέχει όλα τα πρόσωπά του, όλους τους εαυτούς που διάβηκε για να φτάσει απ’ την ώρα της γέννησής του στην ώρα του θανάτου του. Τίποτα και κανένας απ’ όσα και όσους υπήρξε δε θα του αφαιρεθεί. Κι εκεί, μέσα του, στο ενιαίο του σύνολο που χτίζει ως το θάνατο το πρόσωπό του, θα κρύβεται και θα υπάρχει διαρκώς κι εκείνη η δική μας συγκλονιστική ιστορία μαζί του. Δε θα αποσπαστεί ποτέ. Ακριβοπληρωμένη εικόνα κάτω απ’ τα παλίμψηστα, που όμως υπάρχει. Πονάει, γιατί δεν πονάει μόνο για εκείνο που συνέβη, αλλά, κυρίως, για εκείνο που παραλίγο να συμβεί.

Όχι, δεν πιστεύω πως όποιος ερωτεύτηκε αληθινά μπορεί κατόπιν να γίνει ειλικρινά φίλος με όποιον ερωτεύτηκε. Δεν υποφέρεται αυτή η μετάλλαξη. Είτε δεν ερωτεύτηκε αυτό το πρόσωπο ποτέ ως πρόσωπο, μόνο ένα σενάριο σχέσης, μια ιδέα απρόσωπη ερωτεύτηκε, είτε πρόκειται για χαρακτήρα – νεροκολοκύθα, δεν τον συγκλονίζει τίποτα, δεν τον γονατίζει τίποτα, δεν μπορεί να πονά, άρα δεν μπορεί να αγαπήσει.

Αγαπάει μόνο τις ανάγκες του και όποιον και για όσο του τις καλύπτει. Εναλλάσσει επιφανειακές συντροφιές που αποκαλεί σχέσεις. Περιφέρεται στην όψη του, δεν κατεβαίνει στην ψυχή του ούτε στου άλλου την ψυχή. Χωρίζει «φιλικά», όπως διατυμπανίζει με καμάρι. Αν είναι δυνατόν να χωρίσει ποτέ κανείς δίχως πόλεμο! Δίχως φρίκη, κακίες, ζήλιες, εξευτελισμό, εκδικητικότητα. Δίχως όλα αυτά τα απαίσια αρνητικά αισθήματα που οι πειρασμοί θα τον περιτυλίξουν με φλόγα, για να καεί ή να καθαρθεί. Είναι μεγάλη πρόκληση πνευματικής ανάπτυξης ο ερωτικός χωρισμός, γι’ αυτό και πονάει άγρια. Πόνος που, σαν κάθε πόνος, ερεθίζει τον ύψιστο εγωισμό και μας καλεί να τον νικήσουμε ή να μας νικήσει.

Γι’ αυτό και τόσο συχνά οι χωρισμένοι εραστές τείνουν να συκοφαντούν με μικρότητα στους άλλους και στον εαυτό τους το αγαπημένο πλάσμα που έχασαν. Για να μειώσουν την οδύνη της απώλειας, μειώνουν την αξία του προσώπου. Και για να κρατηθούν έτσι μακριά, να έχουν λόγους να τον αποφεύγουν. Να γεννηθεί καλύτερα ανάμεσά τους μια εχθρική παρεξήγηση που σαν τάφρος να τους προστατεύει απ’ την επιδρομή της θανάσιμης έλλειψης, της θανάσιμης νοσταλγίας. Για να αντέξουν στο χαλασμό. Κι αυτό σ’ εμένα φαίνεται πιο συγκινητικό και ανθρώπινο, κι ας δείχνει απολίτιστο, κακόβουλο, μικροπρεπές και βάρβαρο. Πολύ πιο φυσιολογικό από το να γίνουν φίλοι, να τα λένε στο τηλέφωνο όλα, να βγαίνουν έξω με τους νέους συντρόφους τους, να αισθάνονται άνετα.

Φέρονται σαν τίποτα να μην έγινε, γιατί, όντως, ποτέ τίποτα δεν έγινε.

Http://sxeseis-kai-sunaisthimata.com

Πηγή: Από το βιβλίο «Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης» της Μάρως Βαμβουνάκη – εκδ. Ψυχογιός