Έχουμε γίνει υπερβολικά σοβαροί με τα πάντα, υπερβολικά σφιγμένοι, υπερβολικά στρεσαρισμένοι. Ταυτίζουμε την ωριμότητα με τη σοβαρότητα και πιστεύουμε ότι μόνο μέσω της νηφάλιας και βαθιάς σκέψης γινόμαστε σοφοί.
Βρέθηκα κάποτε σε ένα δείπνο όπου η συζήτηση περνούσε από το ένα στενόχωρο θέμα στο άλλο. Αρρώστιες, εγκληματικότητα, νευρώσεις, οικονομία υπό κατάρρευση, περιβάλλον σε κίνδυνο.. μαύρη μαυρίλα. Και ξαφνικά, ένας ηλικιωμένος άντρας πετάχτηκε όρθιος και φώναξε: «Ώρα για παιχνίδι!»
Φυσικά, όλοι νομίσαμε ότι είχε τρελαθεί. Πάρα πολλοί από τους συνδαιτυμόνες είχαν μάθει να καταπνίγουν τη διάθεση για παιχνίδι και είχαν ξεχάσει την αξία των τρελών παρορμήσεων.
Οι περισσότεροι από εμάς φαίνεται ότι προτιμάμε μια προβλέψιμη ζωή, ήσυχη και απαλλαγμένη από υπερβολές. Λίγοι θα επέλεγαν μια παθιασμένη ύπαρξη, απρόβλεπτη και ανυπότακτη.
Αναρωτιέμαι τι απέγιναν εκείνοι οι γλεντοκόποι που ήμασταν κάποτε, εκείνη η έκσταση που συνόδευε την κάθε μας μέρα. Από πότε οι φιλικές συγκεντρώσεις έγιναν απλώς ανάγκη να αφήνουμε κάθε τόσο λίγο λάσκα τα λουριά, για χάρη του εαυτού μας και εκείνων που μας αγαπούν.
Το βάρους του κόσμου είναι ασήκωτο. Πρέπει να αρνιόμαστε να το κουβαλήσουμε όταν δε μας αφήνει περιθώρια για λίγο γέλιο και καλή διάθεση.
Πηγή: απόσπασμα από το βιβλίο «Γεννημένοι να Αγαπάμε» του Leo Buscaglia – εκδ. Λιβάνη