Και ποιος δε θέλει να δέχεται περισσότερα. Κι όμως, από μικρούς, μας μαθαίνουν ότι είναι καλύτερα να δίνεις παρά να παίρνεις. Τα καλά παιδιά και, αργότερα, οι καλοί άνθρωποι ξέρουν να δίνουν και δεν έχουν το νου τους στο να πάρουν.
Μήνας: Ιούνιος 2016 (Σελίδα 2 από 2)
Θα βοηθούσες ένα παιδάκι που έχει χαθεί σ’ ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο ή έναν τυφλό να περάσει το δρόμο; Θα έδινες τη θέση σου, στο λεωφορείο, σε κάποιον ηλικιωμένο; Αυτές είναι κάποιες απ’ τις ερωτήσεις που κάνουμε κατά καιρούς στον εαυτό μας και πολλές φορές προβληματιζόμαστε απ’ την ειλικρίνεια των απαντήσεών μας. Φαίνεται λες κι έχουμε χάσει το ένστικτο της ευγένειας και φοβόμαστε να αναμειχθούμε σε καταστάσεις για να μη βρεθούμε μπλεγμένοι.
Ο φόβος της απώλειας και ο πόνος που την ακολουθούν είναι δύο από τα πιο καταστρεπτικά ανθρώπινα συναισθήματα. Καταναλίσκουν τεράστιες ποσότητες συγκινησιακής, νοητικής και σωματικής ενέργειας και δημιουργούν οδύνη σε κάθε επίπεδο. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Από τα αρχαιότερα συναισθήματα είναι η ζήλια. Η ζήλια είναι παιδί της βιολογίας καθώς – ενίοτε – μας αναγκάζει να βελτιωθούμε ή να μηχανορραφήσουμε για να επιβιώσουμε αλλά και παιδί της σύγκρισης καθώς τη βιώνουμε όταν οι άνθρωποι συγκρινόμαστε με κάποιον και, στο μυαλό μας, χάνουμε αυτή τη σύγκριση.
Πολλοί από εμάς θεωρούμε αρκετό το να είμαστε παθητικοί παρατηρητές της αγάπης – σίγουροι ότι, αφού γεννηθήκαμε για να αγαπάμε, η αγάπη δε θα έπρεπε να παρουσιάζει κανένα πρόβλημα. Έτσι, μόλις η αγάπη μάς ενοχλήσει ή δείξει να έχει απαιτήσεις από εμάς, οπισθοχωρούμε ενστικτωδώς, πεπεισμένοι ότι δεν υπάρχει λόγος να αγωνιστούμε.
Οι μεγάλοι έρωτες δε φοράνε νυφικό, οι καψούρες δεν εξελίσσονται πάντα σε αγάπη κι ο γάμος δε συνεπάγεται απαραίτητα έρωτα ή συναίσθημα. Με απλά λόγια, άλλον ερωτευόμαστε, άλλον καψουρευόμαστε κι άλλον παντρευόμαστε.