Μεγάλωσα σε μια εποχή κατά την οποία η ικανότητα για δημιουργία σχέσεων αποτελούσε για τα κορίτσια, και γενικά τις γυναίκες, μέσο επιβίωσης.

 

Οι κανόνες του παιχνιδιού ήταν απλοί και ξεκάθαροι: Η δουλειά του άντρα είναι να πετύχει στη ζωή. Η δουλειά της γυναίκας είναι να πετύχει στο γάμο της. Αν και προσωπικά έκανα πολλά σχέδια για την καριέρα και την επαγγελματική μου ζωή, δεν έπαυα να πιστεύω πως αυτή ακριβώς ήταν η βασική και αμετάβλητη διαφορά ανάμεσα στα δυο φύλα. Οι άντρες έπρεπε να γίνουν κάτι, οι γυναίκες έπρεπε να βρουν κάποιον. Όχι πως ήταν εύκολη δουλειά να βρεις αυτό τον κάποιον. Η πνευματική ενέργεια που αναλώναμε με τις συμφοιτήτριές μου στις συζητήσεις μας για τους άντρες ξεπερνούσε κατά πολύ εκείνη που αφιερώναμε στις πανεπιστημιακές μας σπουδές.

Σήμερα, η ταυτότητα της γυναίκας δεν καθορίζεται πια αποκλειστικά από τη σχέση της με τον άντρα και τα παιδιά, ωστόσο εξακολουθούμε να παραμένουμε «οι ειδικοί» στο θέμα των προσωπικών σχέσεων. Παρ’ όλο που η βιολογία μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στο ιδιαίτερο ενδιαφέρον και τις ξεχωριστές ευαισθησίες μας στις διαπροσωπικές σχέσεις, είναι σίγουρο πως κατά το μεγαλύτερο ποσοστό η σοφία μας και η περίφημη «γυναικεία διαίσθηση» δεν πηγάζουν από κάποιες μυστηριώδεις, «μαγικές» ιδιότητες του χρωματοσώματος Χ.

Μπορεί η εποχή που οι γυναίκες μάθαιναν πώς να «τυλίξουν» έναν άντρα για να εξασφαλιστούν οικονομικά και κοινωνικά να έχει περάσει, αλλά η θέση της σύγχρονης γυναίκας δεν έχει αλλάξει ριζικά. Πριν από το φεμινιστικό κίνημα, η επικύρωση και η διάδοση των γυναικείων ιδεών και της γυναικείας άποψης για το τι είναι σημαντικό και τι όχι εξαρτιόταν αποκλειστικά από τους άντρες. Ακόμα και σήμερα, όμως, είτε δουλεύουμε μέσα στο σπίτι, είτε διοικούμε επιχειρήσεις, η αποξένωση από τους άντρες και η άγνοια της ψυχολογίας τους εξακολουθούν να είναι ασύμφορες για μας. Ακόμα και σήμερα, μια γυναίκα που χάνει το σύζυγό της, θα χάσει πιθανότατα και την κοινωνική θέση της μαζί μ’ αυτόν.

Τελικά, η κοινωνία μας συνεχίζει να μην αποδίδει την ίδια αξία στις γυναίκες χωρίς συντρόφους, παρά το γεγονός πως ένας καλός άντρας είναι πραγματικά δύσκολο να βρεθεί. Έχοντας αφομοιώσει για τα καλά την αγγλική παροιμία «μισό ψωμί είναι καλύτερο απ’ το τίποτε» ( δηλαδή και ο χειρότερος άντρας είναι προτιμότερος από το να είσαι χωρίς άντρα), κάνουμε συμβιβασμούς για τους οποίους μπορεί να μετανιώσουμε αργότερα. Και τότε, μπορεί να διοχετεύσουμε όλη μας την ενέργεια για να τον κάνουμε ν’ αλλάξει, πράγμα που είναι και ψυχοφθόρο για μας και αδύνατο να συμβεί. Το να πιέζουμε το σύντροφό μας να αλλάξει είναι εξίσου αποτελεσματικό με το να προσπαθούμε να πιάσουμε φιλίες μ’ ένα σκίουρο κυνηγώντας τον.

Η προσήλωση σ’ ένα δεσμό και μια προσωπική σχέση είναι πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα. Σίγουρα, η αφοσίωσή μας στις διαπροσωπικές σχέσεις είναι μέρος της γυναικείας κληρονομιάς και της ξεχωριστής δύναμής μας. Το πρόβλημα εμφανίζεται, ωστόσο, όταν αρχίζουμε να συγχέουμε τη δημιουργία δεσμού με την εξασφάλιση επιδοκιμασίας, όταν επιδιώκουμε τη σύναψη στενών προσωπικών σχέσεων επειδή αποτελούν για μας τη μοναδική πηγή αυτοεκτίμησης, κι όταν δημιουργούμε και διατηρούμε αυτές τις σχέσεις σε βάρος του ίδιου μας του εαυτού. Εκ παραδόσεως, οι γυναίκες έμαθαν να θυσιάζουν το «εγώ» για το «εμείς», όπως ακριβώς οι άντρες έμαθαν να κάνουν το αντίστροφο  και να ενισχύουν το «εγώ» σε βάρος της συντροφικότητάς τους με τους άλλους.

Http://Sxeseis-kai-sunaisthimata.com

Πηγή: Από το βιβλίο «Γυναίκες & αρμονικές σχέσεις» της Harriet Goldhor Lerner – εκδ. Φυτράκη