Κι αφού αγάπησα κάθε σκοτάδι της ψυχής σου, αφού λάτρεψα κάθε ναυάγιο της καρδιάς σου, αφού αγκάλιασα τρυφερά κάθε πληγή σου… κι αφού χάιδεψα κάθε πόνο σου, αφού άγγιξα απαλά κάθε φόβο σου, αφού φίλησα γλυκά κάθε δάκρυ σου… Κι αφού εσύ πιο απών κι απ’ τους απόντες, θυμήθηκα πως ξέχασα ν’ αγαπάω κι εμένα λίγο.
Κι αυτό το κουβάρι από ανασφάλειες, φόβους και ανησυχίες που άφησες πίσω, κατάφερε να κάνει τον πόνο, δύναμη. Κατάφερε να κάνει τις ουλές, παράσημα. Κατάφερε να κάνει τα μαχαίρια στην πλάτη, εμπειρία.
Και τελικά… αγάπησα πολύ κάθε απόχρωση του μαύρου που μου χάρισες. Και τελικά… αγάπησα πολύ κάθε κόλαση που μου πρόσφερες. Και τελικά…. τ’ αγάπησα όλα σου, γιατί μ’ οδήγησαν σ’ αυτό που είμαι σήμερα κι ας έπρεπε να πατήσω όλα τα σπασμένα γυαλιά που έριξες στο διάβα μου, για να φτάσω εδώ.
Και τώρα πια πιο έμπειρη, πιο δυνατή, πιο ήρεμη, πιο αποφασισμένη, κάνω βήματα μόνο προς τα μπρος. Και τώρα πια έμαθα να μ’ αγαπάω πραγματικά και να μην ξοδεύομαι, έμαθα να με προσέχω και να μην κομματιάζομαι για το κάθε “τίποτα” που παρουσιάζεται ως “κάτι”, έμαθα να με σέβομαι και να μην υποκύπτω στην καρδιά χωρίς λογική.
Κι αν με διέλυσες λοιπόν, σ’ ευχαριστώ που ήρθες στη ζωή μου. Σ’ ευχαριστώ που ήρθες και μου έμαθες τι δεν θέλω, τι δεν μπορώ, τι δεν ανέχομαι. Σ’ ευχαριστώ που ήρθες και μου έμαθες τι δεν πρέπει, τι δεν αξίζει, τι δεν συγχωρείται. Γιατί τώρα πια ξέρω τι μου αρκεί, τι δικαιούμαι, τι μου αξίζει. Γιατί τώρα πια ξέρω τι θέλω, τι μπορώ, τι μου πρέπει. Για όλα αυτά λοιπόν, σ’ ευχαριστώ. Σ’ ευχαριστώ που ήρθες στη ζωή μου, μα πιο πολύ σ’ ευχαριστώ που έφυγες…
Πηγή: Κική Γιοβανοπούλου