Γράφω για εκείνους που αθόρυβα φωλιάζουν στον πόνο, για εκείνους που η απώλεια γίνεται μαχαιριές στο κορμί τους. Θέλω να αγγίξω τις καρδιές τους, να τους ανακουφίσω, να μπορέσουν να αφεθούν για λίγο, να ξεκουραστούν.

Όταν απρόσμενα χτυπάει την πόρτα μας ο θάνατος και μας παίρνει έναν δικό μας άνθρωπο, ο πόνος είναι ασύλληπτος. Το σοκ που βιώνει το σώμα μας, είναι τεράστιο, παγώνει το αίμα μας, τα όργανα μας είναι λες και καταστέλλουν την λειτουργία τους, η καρδιά δεν πάλλεται πια με τον ίδιο τρόπο, το μυαλό απλά σβήνει. Χάνουμε την γη κάτω απ’ τα πόδια μας, ξαφνικά δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε, ο εαυτός μας γίνεται χίλια κομμάτια, σκορπισμένα και όσο φυσάει και ρίχνει κεραυνούς, πάνε ακόμη πιο μακριά.

Ξαφνικά το σπίτι μας γεμίζει με κόσμο, πολύ κόσμο. Κάτι λένε, μα δεν μπορούμε να το συλλάβουμε, δεν βγάζει κανένα νόημα, δεν υπάρχει καμιά ουσία. Οι κινήσεις μας είναι μηχανικές, δεν αισθανόμαστε, η ματιά μας είναι θολή, ο κόσμος όμως είναι ακόμη εκεί. Τα λόγια παρηγοριάς τέτοιες ώρες είναι σαν κινηματογραφική ταινία επιστημονικής φαντασίας. Όταν πέφτει η νύχτα και το σπίτι αδειάζει σιγά σιγά, κλείνουν οι πόρτες και μέσα στο σπίτι επικρατεί μια αλλόκοτη σιωπή. Εκεί ακριβώς στην σιωπή, αρχίζουν να λειτουργούν οι μηχανισμοί μας και είναι σημαντικό να ακούσουμε και να κατανοήσουμε τι θέλουν να μας πουν.

Το πένθος και ο πόνος δεν μπορούν να εξαφανιστούν, η πληγή της απώλειας χαράσσεται στα κύτταρα μας για πάντα. Αυτό που σιγά σιγά μαθαίνουμε είναι πως να διαχειριζόμαστε αυτή την πληγή, μαθαίνουμε να ζούμε και να την φροντίζουμε. Κάποιες φορές αιμορραγεί, κάποιες όχι. Αυτό κάνει ο χρόνος και ο πνευματικός μας εαυτός, αναγνωρίζει την πληγή και της δίνει ότι χρειάζεται για να μην στάζει αίμα συνεχώς.

Για να συμβούν όλα αυτά, θα πρέπει να δώσουμε το δικαίωμα στον εαυτό μας να βιώσει το πένθος, τον πόνο, την απώλεια. Ο χαμός δεν καμουφλάρεται με μάσκες και ρόλους, για να τον τιμήσουμε θα πρέπει να του παραδοθούμε ολοκληρωτικά, αλλιώς γίνεται λάβα που σιγοκαίει και θα φουντώσει σε καταστάσεις που δεν το περιμένουμε, θα μας βασανίζει.

Ψυχική δύναμη έχει αυτός που επιτρέπει στον εαυτό του να τσακιστεί, να λυγίσει, να τσαλακωθεί, με την πίστη πως πιο κάτω δεν θα έχει, εξάλλου μονάχα πάνω μπορείς να πας όταν πιάσεις πάτο. Ο δυνατός άνθρωπος είναι αυτός που μέσα στο χαμό, δεν ξεχνά να κοιτάζει τον ουρανό με τα φωτεινά του άστρα, το ηλιοβασίλεμα, την ανατολή, τα χρώματα, τις μυρωδιές.

Ζούμε σε μια κοινωνία που δεν μας επιτρέπει να κλάψουμε, να λυγίσουμε, να ηττηθούμε και πάνω από όλα πρέπει να είμαστε διαρκώς ευτυχισμένοι, και να έχουμε βρει τι θέλουμε. Πετυχημένος είναι πια εκείνος που δουλεύει αρκετές ώρες, είναι αναγνωρισμένος, πολυάσχολος και είναι πάντοτε χαμογελαστός. Έχουν βγει τόσα βιβλία που σου λένε πως να είσαι ευτυχισμένος, πως να κατακτήσεις ότι ονειρεύτηκες και πως να σκέφτεσαι θετικά. Όλα μα όλα μέσα σ’ έναν τροχό που όλο κυλάει και δεν έχει σταματημό. Κάπως έτσι καταφέρνουμε να γινόμαστε μηχανές, αλλά ακόμη και αυτές κάποτε χαλάνε. Δεν μάθαμε να μας φροντίζουμε, γιατί δεν μπορούμε να αισθανθούμε πως το έχουμε ανάγκη.

Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε πως είμαστε άνθρωποι, πλημμυρισμένοι από συναισθήματα και το καθένα από αυτά, χρειάζεται χρόνο να μεγαλώσει και να κατανοηθεί. Στην δουλειά μου συναντώ ανθρώπους, που θα ήθελαν να υπάρχει ένα μαγικό κουμπί, όπου θα εξαφανίζει τον πόνο, την θλίψη, τον χαμό, την απώλεια, την ήττα, την νίκη, την χαρά και τόσα άλλα. Τρέχουμε, ξεχνώντας να απολαύσουμε, γεμίζουμε με υποχρεώσεις και δεν έχουμε χρόνο να νιώσουμε και να βιώσουμε τα συναισθήματα μας. Συχνά νιώθουμε ράκος ψυχικά και σωματικά, ακριβώς γιατί δεν μάθαμε να κάνουμε συναισθηματικά διαλείμματα.

Παγώνουμε, λες και μέσα μας ζει ένας αιώνιος χειμώνας, ούτε κουβέρτα δεν βάζουμε πάνω στο παγωμένο μας σώμα. Πως μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε έτσι; Χάνουμε την ενσυναίσθηση μας, την ικανότητα μας να νιώθουμε τους άλλους. Ζούμε περιτριγυρισμένοι από τοίχους που χτίσαμε είτε για να μην μας ενοχλούν είτε για να μην νιώθουμε.

Λένε πως όταν φεύγει ένας άνθρωπος, το πρώτο πράγμα που ξεχνάς είναι η φωνή του. Εγώ πιστεύω πως ακόμη και η φωνή του υπάρχει στον αέρα που αναπνέουμε. Βοηθάει να του μιλάμε, να τον έχουμε γύρω μας λες και δεν έφυγε ποτέ, γιατί δεν μπορεί να φύγει.

Δεν χάνεται κάτι που αγαπάμε, δεν σβήνει καμιά μορφή απ’ το μυαλό μας, όσο βιώνουμε ολοζώντανη την ύπαρξη του. Το γράψιμο, οι μνήμες, η μυρωδιά του και τόσα άλλα θα φέρνουν κοντά μας όσους χάσαμε. Αυτή είναι και η πανέμορφη ιδιομορφία μας σαν άνθρωποι, να αισθανόμαστε! Το πιο όμορφο δώρο που μας δόθηκε.

Πηγή: ΑΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ