Πολύχρωμα λαμπάκια, Άγιοι Βασίληδες που σκαρφαλώνουν, στεφάνια-υπερπαραγωγές, γιρλάντες φούξια, φωτισμένοι τάρανδοι… Ό,τι μπορείς να φανταστείς συναντάς αυτόν τον καιρό στα μπαλκόνια των σπιτιών.
Υπέρλαμπρα όλα, αν και καθόλου ταιριαστά μεταξύ τους. Το καθένα έχει τη δική του προσωπικότητα, όπως άλλωστε και αυτός που ανέλαβε τον στολισμό τους. Κάποια πολύ έντονα και υπερβολικά φωτεινά, φωνάζουν ότι προσπαθούν να καλύψουν το σκοτάδι στην ψυχή των ανθρώπων. Άλλα μινιμαλιστικά, κάτι που μπορεί να δείχνει ότι οι άνθρωποι του συγκεκριμένου σπιτιού είναι φωτεινοί από μόνοι τους. Όμως θα μπορούσε και να φανερώνει φόβο για έκθεση. Να μην προκαλέσω. Να είμαι σεμνός και ταπεινός.
Κι έτσι έκλεισες στο πατάρι την κούτα με το τεράστιο αστέρι που εκτός από αμέτρητα χρώματα, τραγουδούσε. Ήθελες να το βάλεις στο μπαλκόνι σου, αλλά το θεώρησες υπερβολικό. Τόσο πολύ άραγε έχεις ασχοληθεί με τον στολισμό της ψυχής σου; Για τα χριστουγεννιάτικα, γυρνάς από μαγαζί σε μαγαζί, στήνεσαι στην ουρά του ταμείου, ή στην ουρά της κίνησης του δρόμου. Αφιερώνεις ατελείωτες ώρες. Και μετά στο σπίτι, ασχολείσαι και με την παραμικρή λεπτομέρεια. Ε, τι θα πει ο κόσμος που θα καλέσεις. Όλα πρέπει να είναι στην εντέλεια.
Να επισκεφτούν την ψυχή σου άραγε, σε πόσους το έχεις επιτρέψει; Φοβάσαι να δείξεις τα όμορφα χρώματα και το φως που κρύβει γιατί θα φανερώσεις αδύναμες πλευρές σου; Και πιστεύεις ότι αυτός ο έντονος συναισθηματισμός είναι ξένος πλέον στον κόσμο; Επειδή βέβαια, όλοι έχουμε γίνει ξένοι μεταξύ μας. Ή την έχεις παρατήσει στο σκοτάδι καιρό και ντρέπεσαι γι’ αυτό; Όλα σκονισμένα. Βρώμικα. Τα παράθυρα κλειστά. Το μπαλκόνι άδειο. Ούτε γλάστρες, ούτε κούνια, ούτε λαμπάκια…
Δεν πρόλαβες τα καταστήματα και έκλεισαν. Πώς θα στολίσεις την ψυχή σου τώρα, αναρωτιέσαι. Και ξάφνου συνειδητοποιείς ότι δε χρειάζεσαι τίποτα αγορασμένο. Τίποτα ψεύτικο. Τίποτα ξένο. Τίποτα με ημερομηνία λήξης. Τα λαμπάκια, θα σταματήσουν να λειτουργούν κάποια στιγμή. Ενώ αν γεννήσεις εσύ το φως, δε θα σβήσει ποτέ. Τα μάτια σου τότε θα λάμπουν και θα μάθεις να αναγνωρίζεις και τους άλλους ανθρώπους με τα φωτισμένα μάτια. Κι ακόμα κι αυτοί που φοβούνταν να το δείξουν, θα πάρουν θάρρος από εσένα και θα πατήσουν κι εκείνοι τον διακόπτη.
Προς στιγμήν σκέφτηκες να τρέξεις στο πατάρι και να βγάλεις το μεγάλο αστέρι που τραγουδάει από την κούτα για να το στολίσεις τελικά στο μπαλκόνι σου. Δε χρειάζεται όμως. Βγήκες εσύ. Δεν κρύωνες. Η ζεστή ψυχή σου, είχε ζεστάνει όλον τον κόσμο σου και άρχισες να τραγουδάς. Εκείνη την ώρα ένας περαστικός, κοίταξε εκστασιασμένος. «Το πιο ωραίο στολισμένο σπίτι», σκέφτηκε. Δεν το είπε φωναχτά. Ντράπηκε.
Σταμάτα να διστάζεις και να κρατάς τις όμορφες σκέψεις για τον εαυτό σου και δώσε μια υπόσχεση σε εσένα. Τον νέο χρόνο που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής, θα… κόβεις την αναπνοή των ανθρώπων που αγαπάς με λόγια που πάντα φοβόσουν να τους πεις… Κι η ψυχή σου θα βρει τον δρόμο της. Καλό ταξίδι…
Πηγή: Μαρία Ιατρίδη