Επειδή πολλές φορές η παραπληροφόρηση και η έλλειψη γνώσεων για ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως οι εξαρτήσεις και τα ναρκωτικά μπορεί να είναι ακόμα και επικίνδυνη, ρωτήσαμε την μόνη ίσως αρμόδια, την κυρία Κατερίνα Μάτσα.
Η κυρία Κατερίνα Μάτσα, ψυχίατρος και υπεύθυνη για πολλά χρόνια της Μονάδας Απεξάρτησης του 18 ΑΝΩ, μας έκανε την τιμή να ξεκαθαρίσει και να μας διαφωτίσει με τις πολύτιμες γνώσεις της, μέσα από μια όσο το δυνατόν περιεκτική συνέντευξη, τι ακριβώς συμβαίνει με τα εξαρτημένα άτομα, πώς θα μπορούσαν να βοηθηθούν και πως εμείς θα μπορούσαμε να σταθούμε δίπλα τους.
Τι είναι η εξάρτηση;
Η εξάρτηση (addiction) είναι μια διαδικασία διαμέσου της οποίας μια συμπεριφορά που λειτουργεί για να προκαλεί ευχαρίστηση και ταυτόχρονα να ανακουφίζει μια εσωτερική δυσφορία, χρησιμοποιείται από το άτομο με ένα τρόπο που χαρακτηρίζεται από την επαναλαμβανόμενη αποτυχία ελέγχου αυτής της συμπεριφοράς και την επιδίωξή της παρά τις σημαντικές αρνητικές συνέπειές της. Πέρα από αυτόν τον ορισμό του Goodman (1990) υπάρχει και ο γνωστός ορισμός του Claude Olievenstein, που λέει ότι η εξάρτηση από ουσίες είναι το προϊόν της συνάντησης μιας ή περισσότερων ψυχοδραστικών ουσιών με μια ευάλωτη προσωπικότητα σε μια δοσμένη κοινωνικοπολιτιστική στιγμή. Θα μπορούσαμε επίσης να ορίσουμε την εξάρτηση ως την απώλεια της ελευθερίας του ατόμου απέναντι στο αντικείμενο της εξάρτησής του (ψυχοδραστικές ουσίες, τζόγος, διαδίκτυο, τροφή κ.λπ). Πρόκειται για ένα κοινωνικό φαινόμενο, έκφραση της κρίσης της κοινωνίας και του πολιτισμού, μια κρίση, που, διαμέσου της οικογένειας που δυσλειτουργεί, αποτυπώνεται με τον πιο δραματικό τρόπο στον πολύ ευάλωτο, γεμάτο εσωτερικά κενά, ψυχισμό αυτού του ατόμου, το οποίο, κατά τη συνάντησή του με το αντικείμενο της εξάρτησής του, βιώνει το απόλυτο αδιέξοδο. Ως διαδικασία η εξάρτηση, συνυφασμένη με άφατο ψυχικό πόνο, αποτελεί μια ακραία μορφή αποξένωσης του ατόμου από τους άλλους και από τον ίδιο τον εαυτό του, καταδικασμένο πλέον να ζει μέσα στη μοναξιά και τη δυστυχία, στο έλεος του τυραννικού καταναγκασμού της εξάρτησής του.
Ποιος είναι ο εξαρτημένος;
Είναι ο άνθρωπος που έχει χάσει την ελευθερία του απέναντι στο αντικείμενο της εξάρτησής του, είτε αυτό είναι ουσίες, είτε τζόγος, είτε Διαδίκτυο. Η σχέση του με αυτό είναι μια σχέση αποκλειστικότητας, βρίσκεται στο επίκεντρο της ζωής του, εκτοπίζοντας όλες τις άλλες σχέσεις, ενδιαφέροντα, ασχολίες. Η ζωή του εξαρτημένου είναι μια ζωή χωρίς νόημα και χωρίς στόχους, γεμάτη πόνο και μοναξιά.
Ο εξαρτημένος είναι ασθενής;
Η εξάρτηση δεν είναι αρρώστια με την ιατρική έννοια του όρου. Αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο πολυπαραγοντικό, με διαστάσεις κοινωνικές, ψυχολογικές, πολιτιστικές και άλλες. Η ετικέτα της «νόσου», που έχει κατασκευαστεί κοινωνικά, με την αμέριστη συνδρομή του ιατρικού κόσμου, έρχεται βασικά να απενοχοποιήσει την κοινωνία για το ρόλο της στην εγκατάσταση του προβλήματος να ρίξει το ανάθεμα στο περιθωριακό αυτό άτομο και στην οικογένειά του και να το στιγματίσει. Το επόμενο βήμα είναι να του προτείνει και τη φαρμακευτική «θεραπεία» της αρρώστιας του, κάποιο υποκατάστατο της ουσίας του.
Υπάρχουν λόγοι που οδηγούν στην εξάρτηση;
Κάθε εξαρτημένος έχει τους δικούς του λόγους, που τον έκαναν να εξαρτηθεί από τις ουσίες, το τζόγο, το Διαδίκτυο κ.λπ. Όλοι αυτοί οι λόγοι που τον ώθησαν στη συγκεκριμένη επιλογή αποτελούν τις αιτίες της εξάρτησής του. Πρέπει να αναζητηθούν σε πολλά επίπεδα, το ψυχολογικό, το κοινωνικό, το οικογενειακό κ.α. Στο σύνολό τους και με δεδομένη τη μοναδικότητα κάθε ανθρώπου διαμορφώνουν τους όρους εγκατάστασης της εξάρτησης του συγκεκριμένου ατόμου. Γιατί κάθε εξαρτημένος είναι μια ιδιαίτερη, μια μοναδική περίπτωση.
Ποια είναι η οικογένεια του εξαρτημένου;
Το εξαρτημένο άτομο αποτελεί μέρος ενός δυσλειτουργικού «κλειστού» οικογενειακού συστήματος. Η κρίση αυτής της οικογένειας αντανακλά την κρίση της κοινωνίας της οποίας γίνεται ο διαμεσολαβητής στον ψυχισμό του συγκεκριμένου παιδιού. Η κρίση του θεσμού της σημερινής πυρηνικής οικογένειας επιτείνει την αστάθεια και τη σύγχυση ρόλων, λειτουργιών και εννοιών. Το οικογενειακό πλαίσιο χάνει τη συνοχή του ως συμβολικό και πραγματικό πλαίσιο στήριξης. Γίνεται ένας χώρος αναγκαστικής συμβίωσης ατόμων, που εκφράζονται βασικά με τη βία, άμεση ή έμμεση, φανερή και συγκαλυμμένη. Όμως δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος τύπος, ένα μοντέλο «τοξικομανιογόνου» οικογένειας. Η δυσλειτουργία της, ως κλειστού συστήματος, αφορά κυρίως τον τρόπο λειτουργίας και τον τύπο των σχέσεων μεταξύ των μελών της.
Τι είναι η πρόληψη;
Πρόληψη της διάδοσης των εξαρτήσεων είναι η διαδικασία των παρεμβάσεων, πολλών τύπων και σε πολλά επίπεδα (πόλης, γειτονιάς, σχολείου υγειονομικής μονάδας κ.α.) στους γενεσιουργούς παράγοντες του φαινομένου. Απαιτεί μια κεντρικά σχεδιασμένη πολιτική, που πρέπει να υλοποιείται από τους φορείς της πρόληψης σε συνεργασία με την τοπική κοινότητα.
Τι είναι η θεραπεία απεξάρτησης και πως γίνεται;
Η απεξάρτηση αποβλέπει στο να κάνει ικανό τον εξαρτημένο να διακόψει τη χρήση (των ψυχοδραστικών ουσιών, του Διαδικτύου, του τζόγου κ.λπ.) και να αλλάξει τρόπο ζωής. Είναι μια διαδικασία διαρκών αλλαγών της προσωπικότητας και της στάσης ζωής αυτού του ατόμου, μέσα από τη συνειδητοποίηση όλων εκείνων των λόγων που τον έκαναν σε κάποια στιγμή της ζωής του να στραφεί στις ουσίες και να εξαρτηθεί απ’ αυτές. Είναι μια διαδικασία μεταμόρφωσης του σε κοινωνικό άτομο, ικανό να αναλάβει τις ευθύνες της ζωής του, να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, να λειτουργήσει συλλογικά και δημιουργικά, να θέσει στόχους που δίνουν νόημα και περιεχόμενο στη ζωή του, να συμβάλει απ’ τη σκοπιά του στη μάχη ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό και γενικά στους γενεσιουργούς παράγοντες του κοινωνικού φαινομένου της εξάρτησης. Η απόφαση της απεξάρτησης είναι προσωπική και δεν μπορεί να είναι αναγκαστική. Χρειάζεται να πεισθεί το εξαρτημένο άτομο να την πάρει αυτή την απόφαση ζωής και να απευθυνθεί σε θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης. Ένα πρόγραμμα που το ίδιο επιλέγει, δέχεται τη φιλοσοφία του και μπορεί να τον βοηθήσει. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν πολλά προγράμματα πολλών τύπων, στη βάση της αρχής του θεραπευτικού πλουραλισμού. Στα θεραπευτικά προγράμματα δεν περιλαμβάνονται τα προγράμματα συντήρησης, τα οποία, στην πλειοψηφία τους, δεν αποβλέπουν στην οριστική διακοπή της χρήσης και στην απεξάρτηση.
Πως μπορώ να βοηθήσω έναν εξαρτημένο;
Πρώτα απ’ όλα με την αποδοχή του ως άνθρωπο που υποφέρει και χρειάζεται βοήθεια. Με την αντιμετώπιση του με σεβασμό και συμπάθεια. Με το διάλογο μαζί του στην προσπάθεια να πεισθεί για να απευθυνθεί σε Συμβουλευτικό Σταθμό ενός προγράμματος απεξάρτησης. Κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήσει τους ειδικούς της απεξάρτησης, αλλά ο καθένας μπορεί να φερθεί με ανθρωπιά και καλοσύνη, να μη του γυρίσει την πλάτη, να μην τον αντιμετωπίσει απορριπτικά, σαν «ανθρώπινο σκουπίδι», να μην εκδηλώσει με οποιοδήποτε τρόπο ρατσισμό.
Τι είναι το στερητικό σύνδρομο και πως αντιμετωπίζεται;
Το στερητικό σύνδρομο εμφανίζεται επί διακοπής της χρήσης οπιούχων. Αρχίζει μετά τη διακοπή της χρήσης και διαρκεί συνολικά, συνήθως, μία με δύο εβδομάδες. Στα συμπτώματα περιλαμβάνονται διάχυτοι πόνοι, άγχος, ανησυχία, κακουχία, αϋπνία, διάρροια, εμετοί, καταβολή δυνάμεων κ.α. Μπορεί να αντιμετωπισθεί άλλοτε «στεγνά» (χωρίς φάρμακα και χωρίς υποκατάστατα), άλλοτε με μεθαδόνη, σε δόσεις που μειώνονται προοδευτικά μέχρι τη διακοπή, και άλλοτε – όπως γίνεται στο 18 ΑΝΩ – με τη βοήθεια κάποιας φαρμακευτικής αγωγής, που αποβλέπει βασικά στην ανακούφιση από τα συμπτώματα της στέρησης. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπου κρίνεται αναγκαίο από τον ψυχίατρο της Μονάδας αντιμετωπίζεται φαρμακευτικά και η συνυπάρχουσα ψυχοπαθολογία, στις περιπτώσεις που συνυπάρχει η εξάρτηση με την ψυχική διαταραχή. Η αντιμετώπιση του στερητικού συνδρόμου απαιτεί ένα οργανωμένο θεραπευτικό πλαίσιο και μια θεραπευτική ομάδα, ικανή να εμπνεύσει εμπιστοσύνη με τη γνώση και την εμπειρία της. Είναι αναγκαίο – ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις όπου συνυπάρχει και ενεργός ψυχοπαθολογία – να δημιουργηθούν πολλά τέτοια τμήματα στα πλαίσια του ΕΣΥ.
Πως θα πείσω κάποιον εξαρτημένο να απευθυνθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης;
Η απάντηση εξαρτάται από το ποιος απευθύνει το ερώτημα. Αν, δηλαδή, το ερώτημα τίθεται από μέλη της οικογένειας του εξαρτημένου ή από εργαζόμενους σε υπηρεσίες υγείας στις οποίες μπορεί να βρεθεί ο εξαρτημένος για προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, ή από απλούς πολίτες. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται ως προϋπόθεση η αντιμετώπισή του με κατανόηση και σεβασμό και όχι απορριπτικά, κάνοντας διάλογο μαζί του και δείχνοντας καθαρά την πρόθεση να βοηθήσεις. Παραπέμποντας, τελικά, στις ειδικές υπηρεσίες (Συμβουλευτικό Σταθμό Μονάδας Απεξάρτησης). Όσο για τα μέλη της οικογένειας αυτά πρέπει να απευθυνθούν σε ειδικό τμήμα Συμβουλευτικής Οικογένειας, στα πλαίσια των Μονάδων Απεξάρτησης. Γιατί κάθε εξαρτημένο άτομο είναι ιδιαίτερη και μοναδική περίπτωση και σε κάθε οικογένεια αναπτύσσονται συγκεκριμένα δυναμικά σχέσεων μεταξύ των μελών, τα οποία επηρεάζουν τη συμπεριφορά του. Χρειάζεται, λοιπόν, συγκεκριμένη ανάλυση των δυναμικών της συγκεκριμένης οικογένειας, προκειμένου να δοθούν συμβουλές, που θα βοηθήσουν τον εξαρτημένο να αλλάξει τη στάση του και να πάρει τελικά την απόφαση να απευθυνθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης.
Να μιλήσω στο παιδί μου για τα ναρκωτικά;
Εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού. Χρειάζεται προσοχή να μη μυθοποιηθούν τα ναρκωτικά στα μάτια του παιδιού αλλά και να μην τα τρομοκρατήσουν. Το παιδί πρέπει να είναι σε ηλικία που του επιτρέπει να κατανοήσει την ενημέρωση που καλό είναι να γίνεται με απλά λόγια. Βασικά η ενημέρωση των μαθητών πρέπει να γίνεται στο σχολείο, στα πλαίσια της αγωγής υγείας και σ’ αυτό το πνεύμα να συνεχίζουν τις συζητήσεις και οι γονείς με το παιδί.
Ποια θεωρείται επιτυχημένη θεραπεία απεξάρτησης;
Είναι επιτυχημένη η απεξάρτηση που έχει κάνει ικανό το εξαρτημένο άτομο να αλλάξει τον τρόπο της ζωής του, να έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, να διεκδικεί τα δικαιώματά του, να λειτουργεί χωρίς ουσίες και χωρίς φυγές, να εργάζεται, να έχει ενδιαφέροντα, να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του, να έχει κοινωνικές σχέσεις και γενικά μια κοινωνική ζωή, συμμετέχοντας ισότιμα με όλους στο κοινωνικό σύνολο.
Πώς μπορεί η οικογένεια να λειτουργήσει προληπτικά;
Διαμορφώνοντας στο εσωτερικό της όρους, που επιτρέπουν στο παιδί να αισθάνεται ότι ανήκει σε ένα σύνολο, σε μια ομάδα ανθρώπων, που επικοινωνούν μεταξύ τους, που το εμπιστεύονται, υπολογίζουν τη γνώμη του, του δίνουν εξηγήσεις για όλα, κάνουν πραγματικό διάλογο μαζί του και μεταξύ τους, εκφράζουν τα συναισθήματά τους προς αυτό, την αγάπη και την τρυφερότητα, που χρειάζεται, λύνουν όσο γίνεται πιο ήρεμα τις διαφορές τους χωρίς εκρήξεις, φωνές, άσκηση βίας οποιασδήποτε μορφής. Η στάση των γονέων πρέπει να ενισχύει την αυτοπεποίθηση του παιδιού, να αναδεικνύει τα θετικά του και να συζητά με νηφαλιότητα και κατανόηση τα αρνητικά του, προκειμένου να διορθωθούν. Επίσης οι γονείς πρέπει να θέτουν τους κανόνες και τα όρια και να τα συζητούν για να γίνουν κατανοητά, να ξεκαθαρίζουν τι επιτρέπεται και τι όχι. Όλοι αυτοί οι όροι επιτρέπουν στην οικογένεια να λειτουργεί με τρόπο που ευνοεί την ψυχοδιανοητική ανάπτυξη του παιδιού και την ψυχολογική του ωρίμανση, ενισχύουν την ψυχική ανθεκτικότητα και το κάνουν ικανό «να στηρίζεται στα πόδια του».
Αν κάποιος δοκιμάσει μια ουσία, θα εξαρτηθεί από αυτή;
Η απλή δοκιμή μιας ουσίας δεν οδηγεί οπωσδήποτε στην εξάρτηση, παρά μόνο εάν το άτομο αυτό δεν μείνει στην απλή δοκιμή αλλά επαναλάβει τη χρήση, περάσει από την περιστασιακή χρήση στη συστηματική χρήση και στη συνέχεια στην κατάχρηση της ουσίας. Το χρονικό διάστημα που διαρκεί αυτή η διαδικασία δεν μπορεί να προσδιορισθεί εκ των προτέρων, γιατί συναρτάται με πολλούς παράγοντες, που σχετίζονται με τους όρους ζωής, την προσωπικότητα του ατόμου, το οικογενειακό και άλλο περιβάλλον του, τη στάση του κοινωνικού συνόλου, που μπορεί να ενθαρρύνει ή να αποτρέπει την χρήση ουσιών.