Μία από τις πιο μεγάλες αυταπάτες του ανθρώπου, αν όχι η μεγαλύτερη, είναι η βεβαιότητά του ότι δεν είναι ανόητος. Ο Αϊνστάιν άλλωστε το είπε: «Δυο πράγματα είναι άπειρα, το σύμπαν και η ανθρώπινη βλακεία, και δεν είμαι σίγουρος για το πρώτο».
Ο μοναδικός ίσως που κατάφερε να δώσει έναν πειστικό ορισμό στη βλακεία ήταν, το 1988, ο ιστορικός και οικονομολόγος Κάρλο Τσιπόλα στο «Δοκίμιο Περί Ανθρώπινης Βλακείας»: «Βλάκας είναι αυτός που με τις ενέργειές του προκαλεί ζημιά σε κάποιον άλλο, αλλά παράλληλα δεν πετυχαίνει κάποιο πλεονέκτημα για τον εαυτό του ή ακόμα υφίσταται ζημιά και ο ίδιος».
Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ένας παράγοντας που γιγαντώνει τη βλακεία είναι η εξουσία. «Τα άτομα που έχουν εξουσία τείνουν να πιστεύουν ότι, ακριβώς επειδή έχουν εξουσία, είναι οι καλύτεροι, οι πιο ικανοί, οι πιο έξυπνοι, οι πιο σοφοί από όλη την ανθρωπότητα. Εξάλλου, περιστοιχίζονται από αυλικούς, οπαδούς και κερδοσκόπους, που ενισχύουν διαρκώς αυτή την ψευδαίσθηση. Με αυτό τον τρόπο όποιος βρίσκεται στην εξουσία καταλήγει να διαπράττει κατά γενική ομολογία τις μεγαλύτερες ανοησίες».
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος στο βιβλίο του «Εγχειρίδιο Βλακείας» γράφει: «Το μέγεθος και οι αυλακώσεις του εγκεφάλου που χώρισαν τους ανθρώπους από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο χωρίζουν και τους ίδιους ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, φύλου, πλούτου, σπουδών, ιδεολογίας, σε δύο βασικές κατηγορίες: στους ΕΞΥΠΝΟΥΣ και στους ΒΛΑΚΕΣ. Αν και η μεταξύ τους διάκριση δεν είναι δύσκολη, όσοι ανήκουν στην πρώτη κατηγορία δεν το λένε και όσοι ανήκουν στη δεύτερη δεν το ξέρουν.
Η βλακεία είναι απρόβλεπτη. Έχει τόση ποικιλία εκδηλώσεων, όσοι και οι βλάκες που ο καθένας ξεχωριστά είναι μια αστείρευτη πηγή εμπνεύσεων. Με την καμπύλη του Gauss η οποία χρησιμοποιείται για την ανίχνευση διάφορων χαρακτηριστικών ενός πληθυσμού, έχουμε το λιγότερο ένα ποσοστό 25% βλακών, 25% έξυπνων και 50% μέσης νοημοσύνης. Ο ένας στους τέσσερις είναι βλάκας…
Η ευπιστία του ηλίθιου είναι παροιμιώδης: γοητεύεται, αναπαράγει ή εφευρίσκει ο ίδιος θρησκευτικά θαύματα, οράματα, εξωγήινα όντα, μετεμψυχώσεις, μεταλλαγμένους, λείψανα αγίων, τσαγιέρες που περιστρέφονται στο Διάστημα, προϊστορικούς γίγαντες, νεράιδες, λυκάνθρωπους, ψυχές που βουρλίζονται γύρω μας».
Κατά τον Μούζιλ, είναι βλακεία το να επιδεικνύεις την εξυπνάδα σου, αφού η ζωή έχει δείξει πως είναι φρονιμότερο να μην κάνεις τον έξυπνο και καταλήγει στο ότι τη βλακεία θα έπρεπε να την αναζητήσουμε ο καθένας μέσα του.
Ο Έρασμος έγραψε το «Μωρίας Εγκώμιον» όπου η μωρία δεν είναι η ηλιθιότητα ή η α-νοησία αλλά η καλώς νοούμενη φαιδρότητα, η έλλειψη σοβαρότητας. Όταν η σοβαρότητα περισσεύει, είναι η χαρά της ζωής. Χωρίς αυτήν, οι άνθρωποι δεν θα παντρεύονταν και δεν θα κάνανε παιδιά και η μεγάλη ηλικία θα ήταν ανυπόφορη. «Κάλεσε έναν σοφό σε γιορτή και θα χαλάσει την παρέα, είτε με κακοδιάθετη σιωπή είτε με εκνευριστικές διαφωνίες».
Ο Ματάις Φαν Μπόξελ στο βιβλίο του «Η εγκυκλοπαίδεια της βλακείας» θα καταδείξει ότι «από την οπτική γωνία της φύσης, η αυτοθυσία είναι το άκρον άωτον της βλακείας… Η αυτοθυσία είναι μια παρωδία στην οποία η βλακεία προσλαμβάνει τη μορφή της ύψιστης σοφίας».
Η βλακεία κρίνεται ως απαραίτητη προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί η κοινωνική συνοχή: «Η βλακεία που κρύβεται στη συμπεριφορά της αγέλης, στα τελετουργικά, αντιπροσωπεύεται στην τηλεόραση». Με δυο λόγια, «κοινωνία χωρίς τα θεμέλια της ηλιθιότητας δεν μπορεί να υπάρξει». Η κατάδειξη της αναγκαιότητας της βλακείας ως θεμέλιο της κοινωνίας και του πολιτισμού δεν του αρκεί. Θεωρεί επίσης ότι η βλακεία είναι το θεμέλιο της ανθρώπινης ευτυχίας: «Ας υποθέσουμε όμως ότι δεν υπήρχε βλακεία. Όλες οι λαμπρές εμπνεύσεις θα γίνονταν πραγματικότητα χωρίς κανένα εμπόδιο· όλοι θα αντιλαμβάνονταν τη βαθύτερη σημασία της ζωής· το λογικό θα ήταν προφανές και αδιαμφισβήτητο. Μαζί με τη βλακεία θα καταργούνταν η ανθρώπινη ελευθερία και η δυνατότητα επιλογής. Τα πράγματα θα έχαναν το όνομα και τη σημασία τους, επειδή όλα θα αποδεικνύονταν εξίσου πολύτιμα και ευτελή. Θα ζούσαμε σαν άγγελοι ενός αιώνια λαμπρού ουρανού λαχταρώντας μια εξέγερση· σαν πλάσματα ενός αποπνικτικού παραδείσου επιζητώντας το προπατορικό αμάρτημα».
Πολλές φορές συγχέεται η έννοια της σοβαρότητας με αυτήν της εξυπνάδας και η έννοια της αστειότητας με αυτήν της ανοησίας. Καμία σχέση. Ο Καβάφης το έθεσε σωστά: «Το ξέρω που για να επιτύχει κανείς στην ζωή, και για να εμπνέει σεβασμό χρειάζεται σοβαρότης. Και όμως μου είναι δύσκολο να είμαι σοβαρός, και δεν εκτιμώ την σοβαρότητα. Ας εξηγηθώ καλλίτερα. Μου αρέσει στα σοβαρά μόνον η σοβαρότης. Ο αστείος άνθρωπος γενικώς περιφρονείται, τουλάχιστον δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν σημαντικά, δεν εμπνέει πολλήν πεποίθησιν. Γι’ αυτό κι εγώ καταγίνομαι στους πολλούς να παρουσιάζω σοβαρήν όψη».
Είναι γεγονός ότι η φύση του ανθρώπου έχει περισσότερο από τον βλάκα, παρά από τον σοφό.
Για τον Τουαίην «Αν δεν υπήρχαν οι βλάκες, οι έξυπνοι δε θα ‘χαν καμιά τύχη» και για τον Βιντγκενστάιν «Αν οι άνθρωποι δεν έκαναν ποτέ τους ανοησίες, τίποτα έξυπνο δε θα γινόταν». Τελικά, αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινη εξέλιξη δεν είναι τίποτε άλλο από την αέναη πάλη με την ηλιθιότητα, που διαρκώς θα βρίσκεται μπροστά μας με ακόμη πιο εξελιγμένη μορφή. Παρά την επικινδυνότητά της, η ανοησία δίνει ωστόσο μια μικρή μετριοφροσύνη και ένα άγγιγμα αισιοδοξίας στις φιλοδοξίες μας.
http://sxeseis-kai-sunaisthimata.com
πηγή: Παναγιώτα Ψυχογιού