Ο άνθρωπος που αναζητά, μαθαίνει να είναι ευγνώμων. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ό,τι του συμβαίνει στη ζωή, -τα γεγονότα και οι σχέσεις, οι φίλοι κι οι εχθροί, οι καλοί και οι κακοί άνθρωποι, όσοι τον βοήθησαν, όσοι του έβαλαν εμπόδια κι όσοι του ήταν απολύτως αδιάφοροι-, όλοι και όλα συνέβαλαν ώστε να γίνει αυτό που είναι.
Λένε ότι…
Μια φορά, ένας άνθρωπος πλησίασε τον Βούδα και, απρόβλεπτα, χωρίς να βγάλει λέξη, τον έφτυσε στο πρόσωπο. Οι μαθητές, φυσικά, εξοργίστηκαν.
Ο Ανάντα, ο μαθητής που εκείνη τη στιγμή βρισκόταν δίπλα του, γονάτισε μπροστά στον Βούδα και του είπε:
«Δώσε μου την άδεια να δείξω σ’ αυτόν τον άνθρωπο τι έκανε!»
Ο Βούδας σκούπισε γαλήνια το πρόσωπό του και είπε στον Ανάντα: «Όχι. Θα μιλήσω εγώ μαζί του» και βάδισε προς το σημείο όπου βρισκόταν ο άνθρωπος και μιλούσε με άλλους, καμαρώνοντας για το “κατόρθωμά” του. Φτάνοντας δίπλα του, ο Βούδας ένωσε τις παλάμες των χεριών του σε ένδειξη τιμής και του μίλησε:
«Συγνώμη που διακόπτω την κουβέντα σου. Ήρθα σ’ εσένα για να σ’ ευχαριστήσω ταπεινά γι’ αυτό που έκανες… Ευχαριστώ! Σου χρωστάμε όλοι χάρη! Σε παρακαλώ, κάθε φορά που θα νιώθεις την ακατανίκητη επιθυμία να φτύσεις κάποιον, θυμήσου ότι μπορείς να έρχεσαι σ’ εμένα. Ευχαριστώ.»
Η συγκίνηση του ανθρώπου ήταν μεγάλη… Δεν μπορούσε να πιστέψει στ’ αφτιά του. Δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που συνέβαινε. Είχε έρθει για να προκαλέσει την οργή του Βούδα, και είχε αποτύχει.
Εκείνη τη νύχτα δεν κατάφερε στιγμή να αναπαυτεί. Στριφογύριζε στο κρεβάτι του, ο ύπνος δεν ερχόταν και οι σκέψεις τον κυνηγούσαν διαρκώς. Είχε φτύσει τον Βούδα κατάμουτρα κι αυτός είχε μείνει τόσο γαλήνιος, τόσο ήρεμος, λες και δεν είχε συμβεί τίποτα…
Το επόμενο πρωί, πολύ νωρίς, γύρισε βιαστικά, έπεσε στα πόδια του Βούδα και είπε:
«Σε παρακαλώ, συγχώρεσέ με για χθες…»
Κι ο Βούδας απάντησε:
«Εγώ δεν μπορώ να σε συγχωρήσω, αφού, για να το κάνω, θα έπρεπε να είχα θυμώσει. Πάντα αμφέβαλλα για το κατά πόσο μπορεί να με κυριέψει ή όχι η οργή, και χάρη στην πράξη σου διαπίστωσα ότι μου είναι πια αδύνατον. Όμως, βοήθησες τον αγαπημένο μου μαθητή, τον Ανάντα, να μάθει ότι η οργή τον απομακρύνει από το κέντρο του.»
«Εγώ, όμως, χρειάζονται τη συγχώρεση, δάσκαλε, γιατί δεν μπόρεσα να κοιμηθώ όλη νύχτα.»
«Πέρασε μια ολόκληρη μέρα από χτες, και σε βεβαιώνω ότι δεν υπάρχει κάτι για να σου το συγχωρήσω» είπε ο Βούδας, «αλλά, αν έχεις ανάγκη από μια συγνώμη, πήγαινε στον Ανάντα, πέσε στα πόδια του και ζήτα του συγχώρεση. Αυτός, θα το ευχαριστηθεί.»
Εμείς δεν είμαστε ο Βούδας, όμως, ίσως μπορούμε να μάθουμε κάτι απ’ τον ίδιο κι απ’ αυτή την ιστορία.
Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Από την Άγνοια στη Σοφία» του Χόρχε Μπουκάι – εκδ. opera