Γνώρισα κάποτε έναν άνθρωπο που διαρκώς συζητούσε για τον άτυχο έρωτά του.
Έρωτας προς μια γυναίκα που έφυγε σε άλλη χώρα, που παντρεύτηκε άλλον άντρα, που είχε εξαφανιστεί από τους ορίζοντές του εδώ και πολλά χρόνια. Εκείνος όμως δεν έπαυε να αναφέρεται σ’ αυτήν. Κι όχι μονάχα να αναφέρεται, αλλά να λειτουργεί και να εκδηλώνεται λες και η γυναίκα τούτη παρέμενε πάντοτε το κέντρο, ο άξονας της ύπαρξής του. Με την ελάχιστη αφορμή, συνέδεε κάτι που ακούστηκε, κάτι που συνέβη, κάτι που κουβεντιάζαμε με την παλιά εκείνη ιστορία του, με τα δικά του αισθήματα και τις παλιές αναμνήσεις. Κάθε ταινία, κάθε βιβλίο, κάθε τραγούδι ήταν ακόμη μια ευκαιρία να τη νοσταλγήσει, να την αναλογιστεί, να τη συγκρίνει, να την αφηγηθεί, να την αναλύσει.
Άλλοι θεωρούσαν πως ο φίλος μας είχε πρόβλημα εμμονής με την παρελθούσα σχέση του και τον χαρακτήριζαν «κολλημένο», και άλλοι – μεταξύ των οποίων κι εγώ με τη ρομαντική μου, πάντα εύφλεκτη, προδιάθεση – θαυμάζαμε το μεγαλείο ενός πάθους αθάνατου, δίχως φθορά και τερματικό σταθμό.
Κανένας όμως δεν μπορούσε να φανταστεί ότι εκείνος ο δραματικός δεσμός του, που επί χρόνια και χρόνια παρέμενε παρών όχι μόνο στη ζωή του αλλά και στη ζωή όλων όσοι τον συναναστρεφόμασταν, ποτέ δεν υπήρξε! Τουλάχιστον δεν είχε σχέση με όσα εκείνος διηγιόταν ότι συνέβησαν. Μα καμία σχέση! Ακόμη και όσα περιστατικά μας είχε αφηγηθεί ότι έγιναν ανάμεσα στον ίδιο και στη χαμένη μοιραία γυναίκα – αν όντως έγιναν – δεν είχαν επ’ ουδενί το πνεύμα και το νόημα που ο ίδιος τους απέδιδε.
Πριν από πέντε χρόνια μάλιστα έγραψε κάποιους στίχους για τραγούδι γνωστού μας μουσικού, μέσα στους οποίους, όπως ισχυριζόταν, περιέχεται το ειδύλλιό τους, το αδικοχαμένο τους ειδύλλιο, και ήταν βέβαιος πως, αν εκείνη το ακούσει στην ξένη χώρα όπου ζει, θα συγκινηθεί και πιθανότατα θα γυρίσει να τον αναζητήσει…
Θα τη δεχθεί πίσω στην αγκαλιά του, μας ορκιζόταν εκείνος, όπως και να είναι η σημερινή της κατάσταση, ακόμη και αν έχει έξι παιδιά, εκείνος θα την πάρει κοντά του!
Να όμως που σε ένα ταξίδι μου στην Γερμανία και κάτω από απίθανες συγκυρίες… συνάντησα τη μοιραία αγαπημένη του γνωστού μας!
Μέσα στο τρένο από την Κολωνία προς τη Φρανκφούρτη… όπου συνομιλώντας με την Άννα – τη γυναίκα που καθόμασταν μαζί – άκουσα με έκπληξη πως γνωρίζει δυο τρεις συμφοιτητές μου, και μάλιστα τον αιώνια ερωτευμένο γνωστό που ανέφερα στην αρχή. Σιγά σιγά άρχισα να αντιλαμβάνομαι πως όχι μόνο ήταν γνώριμοι, αλλά πως αυτή, η ίδια, η Άννα δίπλα μου, ήταν η μοιραία γυναίκα του μεγάλου, αδιάλειπτου έρωτά του!
Φαινομενικά ψύχραιμα άφησα την ίδια να μου αποκαλύπτει όσα ήθελε γύρω από τη ρομαντική ιστορία. Ωστόσο, όσα μου αποκάλυπτε ήταν το σχεδόν τίποτα! Με αυθόρμητο τρόπο η συνταξιδιώτισσά μου εξιστορούσε τον μαθητικό της έρωτα με τον Έλληνα, τώρα σύζυγό της, μιλούσε για τις σπουδές τους, τους φίλους τους.. Ανάμεσα στους παλιούς γνωστούς τους αναφέρθηκε ελάχιστα και υποτονικά και ο δικός μου γνωστός, ο ανίατα ερωτευμένος μαζί της.
Ήταν θλιβερό… Εκείνη ελάχιστα τον θυμόταν.
Από ένα σημείο κι ύστερα, όσο νύχτωνε και άναψαν τα χλωμά φώτα στο βαγόνι, νομίζω πως μου χάλασε τη διάθεση η αποκάλυψη. Με τρόμαξε πρώτα και μετά με ενόχλησε. Μας κορόιδευε ο άνθρωπος ή είναι κρυφοπαρανοϊκός;
Δε γνωρίζω τι όντως συνέβη κάποτε ανάμεσα στους δυο τους. Αν υπήρξε ένα κάποιο φλερτ στην ατμόσφαιρα ή λίγες ματιές που εκείνος τους έδωσε φαντασιωτική έκταση, όμως είμαι βέβαιη πως αυτό που ο άντρας πίστεψε δεν είχε καμιά σχέση με εκείνο που σκέφτηκε ή δε σκέφτηκε καν η κοπέλα. Εδώ η παρεξήγηση κάνει τη νύχτα μέρα, πρόκειται για μυθομανία ή ακόμη και για χρόνιο παραλήρημα.
Αναρωτιέται κανείς μέχρι πόσο το χάσμα μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, όσον αφορά μια ερωτική συνομιλία, μπορεί να σκαφτεί. Μπορεί μια συνομιλία να ήταν εντέλει μονάχα ο μονόλογος του ενός εν αγνοία του άλλου; Είναι στη φύση του έρωτα τόση ασυνεννοησία ή πρόκειται για επικίνδυνη παθολογία;
Δε γίνεται να μην έχει ρόλο ο εγωισμός σε μια τέτοια διαστρέβλωση της αλήθειας, παραποίηση κατά τη δική μας και μόνο ανάγκη. Γιατί μας μιλάει ο γνωστός μας τόσο πολύ, με τέτοια ένταση, λεπτομέρειες και διάρκεια για κάτι που συνέβη κυρίως – για να μην πω εντελώς – στο δικό του μυαλό;
Είναι τεράστιο το ζήτημα της μερικής ασθένειας, ακόμα και της μερικής ψύχωσης.
Κάτι μέσα στο φίλο μας λοιπόν το γνωρίζει το τι συνέβη, τα όρια και την ερμηνεία εκείνου που πραγματικά έγινε. Γι’ αυτό και χρειάζεται να παίρνει κάθε τόσο υλικά, μπάζα από το γκρέμισμα των επιθυμιών του, και να χτίζει την ιστορία του αλλιώς, όπως την ποθεί. Και αφού το αβίωτο παραμένει πάντα ανικανοποίητο θα πρέπει η αφήγηση να επαναλαμβάνεται και να επαναλαμβάνεται, με όλο και πιο αληθοφανή στοιχεία.
https://sxeseis-kai-sunaisthimata.com
Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Μια μεγάλη καρδιά γεμίζει με ελάχιστα» της Μάρως Βαμβουνάκη – εκδ. ΨΥΧΟΓΙΟΣ