Ο κόσμος των ναρκωτικών είναι σίγουρα σκληρός, επικίνδυνος, αλλά όχι ανίκητος. Ο λαός συνηθίζει να λέει πως, όσο εύκολα μπλέκεις, τόσο δύσκολα ξεμπλέκεις από δαύτον. Κι όμως, αν και η μάστιγα των ναρκωτικών συνεχίζει να εξαπλώνεται ολοένα και πιο πολύ καθημερινά, εγκλωβίζοντας στα σκοτεινά και άγρια μονοπάτια της ολοένα και πιο πολλά παιδιά, το παράδειγμα ότι για όποιον θέλει να ξεφύγει από τον ιστό τους δεν είναι πράγμα ακατόρθωτο δίνουν πρώην χρήστες που κατάφεραν να απεξαρτηθούν, ακόμα και αφού είχαν φτάσει πολύ κοντά στο θάνατο.
Μια τέτοια συγκλονιστική περίπτωση πρώην χρήστη, που κατάφερε να ξεφύγει από τα ναρκωτικά, αποτελεί ο Λουκάς από το Ηράκλειο. Ένα παιδί που κάπου εκεί στην εφηβεία του, όταν έψαχνε να ανακαλύψει ποιος είναι και πού ανήκει, πήρε τον κακό δρόμο που τον βύθισε όλο και πιο βαθιά στον ψεύτικο κόσμο των ναρκωτικών. Ξεκινώντας για πλάκα από ένα απλό τσιγαριλίκι, όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, έφτασε πολύ γρήγορα να περνά χωρίς να το πολυκαταλάβει στα σκληρά ναρκωτικά, την κόκα και την ηρωίνη. Έβλεπε τους “φίλους” του να πεθαίνουν ένας-ένας παραδομένοι στον αργό θάνατο και τον ίδιο να πιάνει πάτο, καταλήγοντας ακόμα να κάνει και το ζητιάνο για λίγη πρέζα. Κι όμως, συνέχιζε… Έως ότου εκεί μέσα στη θολούρα του, ξυπνώντας μια μέρα, επέλεξε να ζήσει… Είπε «φτάνει ως εδώ με την παραμύθα» και, αντί να τον νικήσει ο “λευκός θάνατος”, πέρασε την πόρτα του ΚΕΘΕΑ, και βγήκε εκείνος νικητής, φεύγοντας μακριά από τον κόσμο των ψεύτικων αισθήσεων και των παραισθήσεων.
Σήμερα, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά, απόλυτα “καθαρός”, κοιτάζει μπροστά… Ολοκλήρωσε το σχολείο που είχε αφήσει στη μέση λόγω των ναρκωτικών. Αποκαταστάθηκε επαγγελματικά, έφτιαξε τη δική του οικογένεια και τώρα πια, έχοντας βγει νικητής από τον αγώνα αυτό, χαίρεται την απεξάρτησή του. Μοιράζεται μαζί μας την εμπειρία του με τις ουσίες και στέλνει το δικό του μήνυμα στα παιδιά που πιστεύουν ότι είναι εγκλωβισμένα κάτω από αυτή τη μάστιγα, προτρέποντάς τα να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους και να παλέψουν ενάντια στα ναρκωτικά, αφυπνίζοντας, παράλληλα, γονείς, εκπαιδευτικούς και την Πολιτεία ώστε να πάψουν να εθελοτυφλούν απέναντι στο μεγάλο αυτό πρόβλημα.
Πώς έπεσε στα ναρκωτικά
«Ξεκίνησα να μπαίνω στον κόσμο των ναρκωτικών όταν ήμουν ακόμα 15 χρονών. Πήγαινα στο Γυμνάσιο. Ήμουν σε μια φάση της ζωής μου που ουσιαστικά έψαχνα να βρω πού ανήκω», μας λέει ο Λουκάς, τον οποίο συναντήσαμε από κοντά και μιλήσαμε ανοιχτά για όλα. «Αυτό που κατάλαβα μέσα από το δικό μου πέρασμα από τον ψεύτικο και επικίνδυνο κόσμο των ναρκωτικών και στη συνέχεια μέσα από τον αγώνα που έδωσα να απεξαρτηθώ είναι ότι για ένα παιδί στην εφηβεία η αφορμή να επιλέξει το δρόμο των ναρκωτικών μπορεί να δοθεί και μέσα από την οικογένεια. Η έλλειψη επικοινωνίας, διαλόγου μέσα στην οικογένεια μπορεί να το στρέψει σε πολύ άσχημα μονοπάτια.
Σαν παιδί, δε μου έλειψε κάτι όσον αφορά τα υλικά αγαθά. Αυτό που μου έλειπε ήταν η καλή επικοινωνία μεταξύ μας… Είχα πάψει να έχω στόχους και όρια και αυτό με οδήγησε στις ουσίες… Οι συμμαθητές μου είχαν στόχους. Ήθελαν να δώσουν πανελλαδικές. Ονειρεύονταν το αύριο… Εγώ κάπου είχα χάσει το δρόμο μου… Τον εαυτό μου… Μέσα λοιπόν στην αναζήτηση της ταυτότητάς μου και περισσότερο της προσπάθειάς μου να ανήκω κάπου, έμπλεξα με παρέες που με “μπάσανε” στον κόσμο των ναρκωτικών. Δε με πλησίασαν εκείνοι. Εγώ πήγα σε αυτούς κατά κάποιο τρόπο. Ένιωθα καλά με την παρέα τους. Πίστευα ότι βρήκα την επικοινωνία που δεν είχα με την οικογένειά μου.
Δούλεψα στη νύχτα και έτσι βρέθηκα σε έναν άλλο κόσμο, αυτό της κοκαΐνης. Πολύ γρήγορα, χωρίς να το καταλάβω, προχώρησα και στην ηρωίνη, και όλο αυτό ξέφευγε από τον έλεγχό μου μέρα με τη μέρα», μας λέει ενώ διηγείται την περιπέτειά του με τα ναρκωτικά.
Οι γονείς του μέχρι τότε δεν πρέπει να είχαν καταλάβει πολλά πράγματα για τη σκοτεινή αυτή ζωή του, όπως μας λέει, καθότι ήταν από τους χρήστες που ήξεραν καλά να κρύβονται. Άλλωστε δεν ήταν χρήστης της πιάτσας. Και αν πάλι βλέπανε πως δεν πήγαινε κάτι καλά, πιθανότατα να μην ήθελαν να κακοβάλουν για το παιδί τους. Πόσο μάλλον να πιστέψουν ότι είχε μπλέξει με τα ναρκωτικά. Όμως, όπως μας λέει ο Λουκάς, «ο μεγαλύτερος βαθμός προσπάθειας καταπολέμησης αυτού του προβλήματος είναι όταν το αποδεχθείς. Τότε ξεκινάει η προσπάθεια». Ωστόσο για εκείνον η προσπάθεια δεν είχε ξεκινήσει ακόμα. Αντίθετα συνεχίζει η κατηφόρα, αφού, με μοναδική του σκέψη το πώς θα βρει τη δόση του, είχε παρατήσει κάθε άλλη υποχρέωση και δραστηριότητά του.
Η καθημερινότητα ως χρήστης
Περιγράφοντας το πώς κυλούσε η μέρα του ως χρήστης, αλλά και το πώς βίωσε τον κοινωνικό αποκλεισμό και την απομάκρυνση των δικών του ανθρώπων από το πλευρό του, ο Λουκάς, φέρνοντας τις άσχημες αυτές αναμνήσεις ξανά στο μυαλό του, μας λέει: «Πολλοί άνθρωποι με έβαλαν στο περιθώριο. Ακόμα και από αυτούς που κάναμε χρήση μαζί. Επειδή πέρασα στην ηρωίνη, με θεωρούσαν πρεζάκι. Δύο ολόκληρα χρόνια έμεινα τελείως μόνος. Τότε ήταν που ένιωσα τη μοναξιά και το φόβο στο πετσί μου πραγματικά. Ενάμιση ολόκληρο χρόνο βυθίστηκα στην κατάθλιψη. Έβλεπα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και ήθελα να πεθάνω. Ένοιωθα ότι δε θα “καθαρίσω” ποτέ.
Σηκωνόμουν το πρωί – από τις λίγες μέρες φυσικά που με έπαιρνε ο ύπνος, καθότι λόγω της κατάστασής μου είχα να κοιμηθώ και δύο μήνες – και το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να ψάξω το κινητό μου, να πάρω τηλέφωνο τα “φιλαράκια” και να τους ρωτάω τι λεφτά έχει ο καθένας. Μαζεύαμε ό,τι είχαμε και παίρναμε τη δόση μας. Χρειαζόμασταν 20, 30, 40 ευρώ, αναλόγως, για να την αγοράσουμε. Συναναστρεφόμουν τη μέρα με 10-20 άτομα και η μόνη σκέψη που είχαμε από το πρωί μέχρι το βράδυ ήταν πώς θα βρούμε λεφτά για τη δόση. Και το άλλο πρωί πάλι τα ίδια. Δε μας ένοιαζε τίποτα άλλο. Είχα πουλήσει ό,τι είχα και δεν είχα για τη δόση μου. Πράγματα αξίας και σημαντικά για μένα τα είχα όλα δώσει για μερικά γραμμάρια ηρωίνης. Δε μου είχε μείνει πια τίποτα.
Ωστόσο ένιωσα ότι είχα φτάσει στον πάτο όταν κατέληξα να ζητιανεύω. Για τον κάθε άνθρωπο η αίσθηση του “πάτου” είναι διαφορετική. Άλλοι αρρωσταίνουν, άλλοι μπαίνουν φυλακή, και τότε καταλαβαίνουν ότι φτάνουν στο τέλος. Αν όμως σκεφτούμε ότι στην Αθήνα υπάρχουν άτομα που πάνε και κάνουν χρήση με κοινή σύριγγα για να κολλήσουν τον ιό του AΙDS απλά και μόνο για να λαμβάνουν το επίδομα που δίδεται για τους οροθετικούς, τότε καταλαβαίνουμε πόσο το πράγμα έχει ξεφύγει. Και ότι είναι πια καιρός όλοι μαζί, και κυρίως η Πολιτεία, να κάνουμε επιτέλους κάτι για την αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών».
«Έχασα φίλο μου από τα ναρκωτικά»
Μέσα στις πολλές δυσάρεστες αναμνήσεις που βαραίνουν το μυαλό του από εκείνα τα σκοτεινά χρόνια του ως χρήστης, όπως μας λέει ο Λουκάς, ήταν και ο χαμός ενός φίλου του μόλις 18 ετών από τα ναρκωτικά. «Ήταν, θυμάμαι, βράδυ της 10ης Απριλίου 2009. Ήμουν με ένα φίλο στο αυτοκίνητο όπου κάναμε χρήση. Μόλις τελειώσαμε τον πήγα σπίτι του. Το άλλο πρωί τον αναζήτησα και έμαθα ότι είχε πεθάνει. Αυτό πραγματικά ήταν ένα σοκ για μένα. Μια μεγάλη απώλεια που με έκανε να σκεφτώ πιο σοβαρά το κακό που κάνω στον εαυτό μου. Το ότι θέτω την υγεία μου σε κίνδυνο και ότι μπορεί και εγώ να πεθάνω παίρνοντας τη δόση μου μια μέρα». Ωστόσο το περιστατικό που έπαιξε καταλυτικό ρόλο και τον ώθησε να βγει από αυτό το “λούκι” ήταν το παρακάτω που μας περιγράφει: «Θυμάμαι μια φορά ότι ήμουν τόσο χάλια… Δεν είχα λεφτά και δε μου είχε μείνει τίποτα να πουλήσω για να πάρω την πρέζα μου. Μέσα στη θολούρα και στην επιθυμία μου να βρω λεφτά για τη δόση μου, πράγμα που δεν μπορείς να ελέγξεις, πήγα στην Αρχιεπισκοπή. Ήμουν 24 ετών. Μπαίνω μέσα και λέω στον πρώτο παπά που είδα μπροστά μου ψέματα ότι ήθελα χρήματα για να ταΐσω τα παιδιά μου, πιστεύοντας ότι θα μου δώσει λεφτά. Όταν τον είδα να γυρίζει πίσω με μια τσάντα τρόφιμα, τότε κατάλαβα τι έκανα. Βγαίνω έξω και λέω στον εαυτό μου: «Δε θα ρίξεις άλλο την αξιοπρέπειά σου για τα ναρκωτικά». Ήταν ένα περιστατικό που με ταρακούνησε… Έτσι αποφάσισα να ακολουθήσω πρόγραμμα απεξάρτησης στο ΚΕΘΕΑ “Αριάδνη”.
Ο δύσκολος αγώνας της απεξάρτησης
Η πρώτη του προσπάθεια στο ΚΕΘΕΑ “Αριάδνη” έγινε όταν ήταν 23 ετών, όπως μας λέει ο Λουκάς. Σοβαρά όμως πλέον μπήκε σε πρόγραμμα στα 25. Η θεραπεία έχει τρία στάδια. Ένα από αυτά είναι η συμβουλευτική, όπου σε προετοιμάζουν δείχνοντάς σου τον τρόπο για το πώς μπορείς να κόψεις τη χρήση. Κατόπιν ετοιμάζεσαι για να μπεις στην κοινότητα. Και μετά ξεκινά η κοινωνική επανένταξη. «Αυτό που με οδήγησε στις πόρτες του ΚΕΘΕΑ ήταν ότι δεν άντεχα άλλο την “ξεφτίλα” στην οποία είχα πέσει. Είχα φτάσει να κάνω ακραία πράγματα για να βρω τη δόση μου. Είχα ξεπουλήσει τα πάντα. Οι γονείς μου δε με είχαν διώξει από το σπίτι, αλλά δεν είχα λεφτά να πάρω τη δόση μου και έπρεπε με κάποιον τρόπο να βρω.
Πρέπει βέβαια να πω πως ο αγώνας της απεξάρτησης δεν είναι εύκολος. Σε κάθε κρίση στέρησης, σε κάθε δυσκολία, η επιθυμία έρχεται στο νου με πολλές μορφές. Εγώ προσωπικά ζορίστηκα τρεις ολόκληρους μήνες. Μετά ήρθα αντιμέτωπος με τον εαυτό μου και αποφάσισα τι θέλω να πετάξω από εμένα και τι να κρατήσω. Κάπως έτσι λοιπόν ισορροπείς και προχωράς. Το σχολείο που είχα παρατήσει λόγω των ναρκωτικών το ξεκίνησα μέσα από το ΚΕΘΕΑ. Πήρα ένα πτυχίο στους υπολογιστές και επίσης παρακολούθησα και μαθήματα Αγγλικών.
Σήμερα έχω συμπληρώσει τέσσερα χρόνια “καθαρός” από κάθε παράνομη ουσία. Δεν ακουμπάω ούτε τσιγαριλίκι.
Σε αυτό το σημείο, μάλιστα, θέλω να πω πως το χασίς, αν και σε πολλούς φαντάζει αθώο, μπορεί να αποβεί πολύ επικίνδυνο, γιατί τα κύτταρα που σου καίει δεν αναπληρώνονται ποτέ. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουν πάθει σχιζοφρένεια από το χασίς.
Παρά το ότι πέρασα από αυτά τα μονοπάτια, κατάφερα και βγήκα όρθιος και ζωντανός. Έχω φτιάξει τη ζωή μου και τη δική μου οικογένεια. Μάλιστα περιμένω σε λίγο καιρό να γίνω και πατέρας.
Στο ΚΕΘΕΑ υπάρχει για όλα τα παιδιά μια ζεστή αγκαλιά. Είναι κάτι το αληθινό. Αν κάποιος έχει δυνατό “θέλω” και αποφασιστικότητα, σίγουρα καταφέρνει να ξεφύγει από τα ναρκωτικά. Μέσα από το ΚΕΘΕΑ έγινα καλύτερος άνθρωπος. Έγινα εθελοντής, προσφέρω όπως μπορώ στην κοινωνία. Έχω τη δουλειά, τον προγραμματισμό μου και έφτιαξα τη ζωή μου. Πλέον ως “καθαρός” είμαι ένας ενεργός πολίτης», μας λέει ο Λουκάς ικανοποιημένος πλέον σήμερα, αφού κατάφερε να βγει δυνατός και όρθιος από όλον αυτόν τον εφιάλτη.
«ΣΟΥ ΠΟΥΛΟΥΝ… ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ»
Οι πιάτσες των ναρκωτικών σήμερα
Πάντως, όπως μας είπε ο Λουκάς, τα “φιλαράκια”, που άλλοτε “έπιναν” μαζί, όταν έμαθαν ότι πλέον είναι “καθαρός” έψαξαν να τον βρουν κάνοντας αυτό που κάνουν συνήθως: να σε πετύχουν δηλαδή τυχαία στο δρόμο και να αρχίσουν να σου πουλούν το παραμύθι «χαθήκαμε… να κανονίσουμε κανένα καφέ… και ‘γω “καθαρός” είμαι», για να σε προσεγγίσουν ξανά και να κυλήσεις πάλι στο βούρκο. Όμως σε αυτό το σημείο είναι, όπως λέει ο Λουκάς, που πρέπει να φανείς ακόμα πιο δυνατός και να κάνεις πια τις επιλογές σου… «Εγώ, για παράδειγμα, κατάλαβα πως πια δεν είχαμε κάτι κοινό μεταξύ μας με αυτά τα παιδιά. Ήταν όλοι διαλυμένοι άνθρωποι. Εκεί είναι που πρέπει να μπει μπροστά ο δυνατός σου χαρακτήρας και να μην κάνεις πίσω. Να μη λυγίσεις, διότι είναι σίγουρο πως θα ξαναπέσεις στα ίδια και χειρότερα. Πολλοί την ξαναπατάνε όταν, νιώθοντας πως πατούν και πάλι γερά στα πόδια τους, λένε “έλα μωρέ, ας κάνω μια τζούρα ή ας σνιφάρω μια φορά”. Αυτή όμως η μια φορά μπορεί να αποβεί μοιραία και να μη σε ξαναφέρει πίσω», τονίζει ο Λουκάς για τον κίνδυνο που μπορεί να ελλοχεύει ανά πάσα ώρα και στιγμή αν κανείς δεν προσέξει.
Ολοκληρώνοντας την περιγραφή του, μιλά για τη σημερινή κατάσταση στην κοινωνία και στις πιάτσες των ναρκωτικών, για τις εξαρτήσεις της σημερινής κοινωνίας, αλλά και για το πώς, κατά την άποψή του, πρέπει γονείς, καθηγητές και Πολιτεία να χειριστούν το θέμα: «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στην “αγορά” ουσίες που μπορεί να σε διαλύσουν. Σε οδηγούν πολύ εύκολα στην εξάρτηση χωρίς να το πάρεις χαμπάρι. Δυστυχώς σήμερα βλέπεις 12χρονα να είναι εξαρτημένα. Αρκεί όμως τα νέα παιδιά να αναρωτηθούν γιατί “πίνουν”. Τα ναρκωτικά δε σου λύνουν το πρόβλημα. Αντίθετα το παρατείνουν και στη συνέχεια το διογκώνουν περισσότερο.
Ο κόσμος πρέπει να σταματήσει να είναι απλά παρατηρητής του προβλήματος. Ο γονέας πρέπει να πάψει να εθελοτυφλεί απέναντι στο παιδί του όταν αντιλαμβάνεται ότι κάτι μπορεί να συμβαίνει. Αν κάποιος ξέρει ότι μπορεί να συμβαίνει κάτι στη διπλανή πόρτα να μην αδιαφορεί. Το πρόβλημα αντιμετωπίζεται. Κάποιος που έχει οδηγηθεί στα ναρκωτικά δεν είναι εγκληματίας. Είναι ένας άρρωστος άνθρωπος, που θέλει απλά βοήθεια, στήριξη και συμπαράσταση για να μην καταλήξει στην παρανομία.
Πηγή Ρεπορτάζ / Μαρία Αντωνογιαννάκη